Το πρόβλημα της υπερκατανάλωσης αλκοόλ σους Έλληνες εφήβους έχει αποκτήσει πολύ ανησυχητικές διαστάσεις. Σύμφωνα με την προαναφερόμενη έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ένας στους τρεις νέους ηλικίας 13 έως 19 ετών δηλώνουν ότι ήπιε πάνω από δέκα φορές τον τελευταίο μήνα, σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε το 2012. Οι έφηβοι είναι περισσότερο επιρρεπείς στο να αναπτύξουν πραγματικό εθισμό στο αλκοόλ γιατί η μετάβαση από τη χρήση στην κατάχρηση και την εξάρτηση επιταχύνεται με πολύ γρηγορότερο ρυθμό συγκριτικά με τους ενήλικες. Το αλκοόλ ευθύνεται για τη νοσηρότητα και τη θνητότητα στους εφήβους περισσότερο από ότι όλες οι άλλες επικίνδυνες ουσίες συνδυαστικά. Σχετικές έρευνες που έχουν διεξαχθεί στην Ελλάδα δείχνουν ότι οι έφηβοι καταναλώνουν για πρώτη φορά αλκοόλ στην ηλικία των 12 ετών, ενώ ο μέσος όρος της ηλικίας που αρχίζουν οι νέοι να πίνουν αλκοόλ είναι τα 16,2 χρόνια. Σε έρευνα του ΕΚΤΕΠΝ (Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης – Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά και την Τοξικομανία), το 97,6% των μαθητών δήλωσαν κατανάλωση αλκοόλ τουλάχιστον μια φορά στη ζωή τους και το 32%, είκοσι ή περισσότερες φορές τον χρόνο. Τα αγόρια αρχίζουν νωρίτερα τη σχέση τους με το αλκοόλ (15,1 ετών) σε σύγκριση με τα κορίτσια (17,3 ετών). Ένας στους τρεις νέους ηλικίας 16 – 18 ετών ισχυρίζεται ότι πίνει αλκοόλ τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα, το 17% ότι πίνει τρεις φορές την εβδομάδα τουλάχιστον και το 20% ότι καταναλώνει αλκοόλ πάνω από 5 ποτήρια στο ίδιο χρονικό διάστημα. Σε έρευνα που διαξήχθη στη διάρκεια των ετών 2001 – 2002, σε δείγμα 1324 νέων ηλικίας 15 ετών, διαπιστώθηκε πως 23,4% των αγοριών και 16,9% των κοριτσιών είχαν κάνει χρήση αλκοόλ δύο ή περισσότερες φορές τον τελευταίο μήνα (πριν από την έρευνα).

 

Η εφηβική ηλικία συνδέεται σε πολύ μεγάλο βαθμό με τα προβλήματα που έχουν να κάνουν με το αλκοόλ Και αυτό γιατί η έναρξη, η χρήση και τα πρώτα στάδια κατάχρησης αλκοόλ έχουν τις ρίζες τους στην εφηβεία, όταν ο νέος εξακολουθεί να μένει μαζί με την οικογένειά του. Οι έφηβοι μαθαίνουν παρατηρώντας τις συμπεριφορές προτύπων όπως οι γονείς, τα αδέρφια και οι σύντροφοι και τα πρότυπα με αυθεντία τείνουν να έχουν μεγαλύτερη επίδραση.

 

Οι παράγοντες που προδιαθέτουν στη χρήση αλκοόλ στην εφηβεία και έχουν σχέση με την οικογένεια είναι δυσάρεστα γεγονότα, όπως η οικονομική κατάρρευση, οι χαλαρές οικογενειακές σχέσεις ή το διαζύγιο των γονέων, η ύπαρξη ασθένειας ή θανάτου στην οικογένεια και ο αλκοολικός γονέας. Οι γονείς που κάνουν κατάχρηση αλκοόλ γίνονται πρότυπα για τα παιδιά τους. Η κατάχρηση αλκοόλ από τους γονείς έχει αρνητικές επιδράσεις στα παιδιά τους, συμπεριλαμβανομένων των αυτοκινητιστικών ατυχημάτων λόγω αλκοολισμού των γονιών τους, το εμβρυϊκό αλκοολικό σύνδρομο λόγω αλκοολισμού της μητέρας, την υψηλότερη συχνότητα σωματικής και συναισθηματικής κακοποίησης των παιδιών, την υψηλότερη συχνότητα σχολικών προβλημάτων και προβλημάτων συμπεριφοράς, τη χαμηλή αυτοεκτίμηση κ.λπ. Τις τελευταίες δεκαετίες έχει διερευνηθεί και στοιχειοθετηθεί η συσχέτιση του οικογενειακού ιστορικού αλκοολισμού με τον αυξημένο κίνδυνο αλκοολισμού στα παιδιά. Οι έφηβοι που έχουν έναν ή περισσότερους συγγενείς «πρώτου βαθμού» με ιστορικό αλκοολισμού, έχουν 3 – 5 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο για κατάχρηση αλκοόλ. Οι οικογένειες με αλκοολικό γονιό έχουν εμπειρία επαναλαμβανόμενων διαταραχών των οικογενειακών ρυθμών και συσσώρευση αγχογόνων γεγονότων της ζωής, στα οποία περιλαμβάνονται διαταραγμένοι τύποι της αλληλεπίδρασης γονέα – παιδιού και η ένταση μεταξύ των συζύγων. Η επίδραση του αλκοολισμού του γονέα στο παιδί ή στον έφηβο μπορεί να είναι τεράστια. Ο αλκοολικός γονέας έχει περιορισμένη ανάμειξη στη ζωή του παιδιού ή του εφήβου, που μπορεί να οδηγήσει σε συνεχή ή χαλαρή πειθαρχία και λίγη επίβλεψη. Επιπλέον, επηρεάζεται αρνητικά η εξελικτική πορεία και ο αυτοέλεγχος στο παιδί, ενώ η ανατροφή του μειονεκτεί, αφού ζει σε απαξιωτικό, ακόμη και εχθρικό περιβάλλον.

 

Πολλοί έφηβοι πίνουν αλκοόλ για λόγους προσαρμογής στην παρέα, για να αισθάνονται ως «ενήλικες», από περιέργεια ή γιατί είναι της μόδας ή ακόμη στο πλαίσιο μιας αποκλίνουσας συμπεριφοράς, όπως είναι η κακή επίδοση στα μαθήματα, η έλλειψη στόχων, η απαισιοδοξία, η μοναξιά κ.α.

 

Η διαφήμιση αποτελεί σημαντικό ενθαρρυντικό παράγοντα, αφού οι έφηβοι στις περισσότερες χώρες βομβαρδίζονται κυριολεκτικά από διαφημιστικά σποτς για το αλκοόλ. Σε μελέτη διαπιστώθηκε ότι η τηλεόραση, ακολουθούμενη από τον τύπο, ήταν οι συχνότερες πηγές πληροφόρησης των εφήβων για το αλκοόλ. Στις τηλεοπτικές εκπομπές και διαφημίσεις κυριαρχεί αφθονία θετικών περιγραφών για τη χρήση αλκοόλ και μικρή αναφορά στις ανεπιθύμητες ενέργειες.

 

Τέλος, στην κατάχρηση αλκοόλ φαίνεται να ενέχονται και γενετικοί παράγοντες. Σε μελέτες έχει βρεθεί ότι το ποσοστό αλκοολισμού είναι αυξημένο σε μονογενή σε σχέση με διζυγωτικά δίδυμα. Άλλες μελέτες έχουν δείξει ότι υιοθετημένα παιδιά αλκοολικών γονέων που μεγαλώνουν σε μη αλκοολικό περιβάλλον, έχουν 3 – 4 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να γίνουν αλκοολικοί, παρά το γεγονός ότι ανατράφηκαν από μη αλκοολικούς γονείς. Ο κίνδυνος για αλκοολισμό φαίνεται ότι εξαρτάται τόσο από τον αριθμό των αλκοολικών συγγενών, όσο και από τη στενότητα των σχέσεών τους με το άτομο που ερευνάται. Από μελέτη φάνηκε ότι ο κίνδυνος εμφάνισης αλκοολισμού αγγίζει το 80% στα άτομα που μόνο κάποιος συγγενής πρώτου βαθμού ήταν αλκοολικός.